Στον "μαφία" έχω κάτσει κάμποσες φορές το διάστημα 2019-2025. Είναι ακριβώς όπως τα περιγράφει ο επίκουρος! Θα μπορούσα να γράψω από ένα σχόλιο με μια ιστορία για κάθε φορά που έχω πάει. Αυτή τη φορά, απόγευμα Παρασκευής τον Νοέμβριο του 2025, κάνοντας μια γύρα στο οροπέδιο φάνηκε να είναι το μόνο ανοικτό μαγαζί, πέραν του Βαλεντίνο (το σουβλατζίδικο του χωριού), που ήταν γεμάτο. Έχοντας προνοήσει για το βραδινό μας, λέμε θα κάτσουμε για κάτι στα γρήγορα, οπότε της λέμε (ήταν η γυναίκα του Μανώλη εκείνη την ώρα στην κουζίνα) μια ρακή και κάνα δυο μεζεδάκια. Κατάλαβα μας λέει. Ερχόντουσαν μεζέδες ασταμάτητα για ένα μισάωρο! Ώσπου κάποια στιγμή (στο ψητό, μεζές νούμερο εννιά για τη ακρίβεια, γιατί ξέχασα να φωτογραφίσω τις τηγανητές πατάτες) της λέμε φτάνει. Θεωρώ πως θα είχε φέρει και άλλα, αν δεν την σταματάγαμε.
Την ώρα εκείνη το μαγαζί είχε κλασική εικόνα καφενείου χωριού: ηλικιωμένοι παρατεταγμένοι μπροστά από την τηλεόραση να βλέπουν ειδήσεις και να σχολιάζουν, πίνοντας καφέδες. Με το πέρας του χρόνου βέβαια έγιναν ανακατατάξεις και οι καφέδες μετατράπηκαν σε ρακές. Κάποια στιγμή εμφανίζεται ο Μανώλης, ο οποίος πήγαινε πάνω κάτω με κάτι τελάρα και μας λέει "δεν πίνετε πράμα;;" (ήμασταν στο τρίτο καραφάκι) και φέρνει ένα ακόμα καραφάκι, τσουγκρίζουμε, κατεβάζει μονορούφι ένα (γεμάτο) μικρό ποτηράκι κρασί και συνεχίζει τις δουλειές του. Αφού επαναλαμβάνεται αυτό για μερικές ακόμα φορές και έχουμε ήδη ζητήσει να πληρώσουμε, πιάνει ένα μήλο, το καθαρίζει και μας το φέρνει φέτες σε ένα πιάτο. Τρώμε το μήλο, ξανατσουγκρίζουμε και πάει στην σόμπα και βγάζει (με γυμνό χέρι, χωρίς γάντια) κάμποσες πατάτες και τις μοιράζει στα τραπέζια (άσχετα με τη φάση στην οποία βρισκόταν το καθένα εκείνη τη στιγμή).
Με τα πολλά (και κάμποσα καραφάκια αργότερα) καταφέραμε να πληρώσουμε. Φυσικά αφήσαμε όσα είχαμε ευχαρίστηση, γιατί όταν τον ρωτάς πόσα χρωστάς απαντάει κάτι του στιλ "όσα θέλεις". Εν κατακλείδι, προτείνεται για την εμπειρία (όχι τόσο για το φαγητό).
Προσοχή! Τα σχόλια που ακολουθούν γράφτηκαν πριν από 4 χρόνια τουλάχιστον.
Ο χαρακτήρας του καταστήματος πιθανόν να έχει αλλάξει από τότε και επομένως ενδέχεται τα σχόλια να αποκλίνουν από τη σημερινή πραγματικότητα.
Δεν έχει πινακίδα. Βγαίνοντας από το Τζερμιάδο προς Άγιο Κωνσταντίνο θα το δεις στο δεξί σου το χέρι. Αν ρωτήσεις τον ξέρουν όλοι. Ο Μανώλης είναι αξιαγάπητος. Σου φέρνει ότι έχει και έχει πολλά. Ρακί πολύ καλή. Στο τέλος γλυκάκι (συνήθως γιαούρτι με βύσσινο). Πηγαίνουμε τρώμε το μεσημέρι 2 άτομα. Χορτάσαμε και λίγο παραπάνω. 25 ευρώ. Το βράδυ ξαναπηγαίνουμε. Τρώμε παραπάνω και μετά μας αφήνει μόνους στο μαγαζί για να πάει τη μάνα του σπίτι. Έρχεται κερνάει ρακί γλυκά κλπ και στο τέλος μου όταν τον ρώτησε το λογαριασμό μου αντιρώτησε: Δεν πλήρωσες το μεσημέρι; Άφησα τα ίδια με το μεσημέρι μετά από διαπραγματεύσεις... Σαν μέρος μέσα δε μου πολυταιριάζει αλλά ο Μανώλης είναι όλα τα λεφτά!
Την ώρα εκείνη το μαγαζί είχε κλασική εικόνα καφενείου χωριού: ηλικιωμένοι παρατεταγμένοι μπροστά από την τηλεόραση να βλέπουν ειδήσεις και να σχολιάζουν, πίνοντας καφέδες. Με το πέρας του χρόνου βέβαια έγιναν ανακατατάξεις και οι καφέδες μετατράπηκαν σε ρακές. Κάποια στιγμή εμφανίζεται ο Μανώλης, ο οποίος πήγαινε πάνω κάτω με κάτι τελάρα και μας λέει "
Με τα πολλά (και κάμποσα καραφάκια αργότερα) καταφέραμε να πληρώσουμε. Φυσικά αφήσαμε όσα είχαμε ευχαρίστηση, γιατί όταν τον ρωτάς πόσα χρωστάς απαντάει κάτι του στιλ "