Στα ραμενάδικο Nikkou (= λιακάδα) έχω πάει αναρίθμητες φορές το διάστημα 2018-2025. Τολμώ να κάνω το bold statement ότι έχει το καλύτερο ramen που έχω δοκιμάσει από τις Ευρωπαϊκές χώρες που έχω επισκεφτεί (σημείωση: δεν έχω πάει Ιαπωνία και δεν έχω φάει ramen στο Λονδίνο). Δίνει τεράστια έμφαση στην απλότητα και την συνέπεια. Από την πρώτη φορά που το δοκίμασα η παρουσίαση δεν έχει αλλάξει καθόλου (!), σερβίρει ακριβώς το ίδιο πιάτο και η συνέπεια στην γεύση είναι αξιομνημόνευτη. Δυστυχώς, μαζί με τα ramen, έτσι και το μαγαζί δεν έχει αλλάξει (σχεδόν) καθόλου από την πρώτη μου επίσκεψη. Ομολογώ ότι δεν είναι ελκυστικό, αλλά θεωρώ ότι η γεύση αποζημιώνει.
Έχει ουσιαστικά τρία μπολ:
1) Τα shoyu και shio ramen, των οποίων ο ζωμός είναι (πρακτικά) ίδιος, διαυγής με κυρίαρχο το χοιρινό, με tare να έρχεται από σάλτσα σόγιας και αλάτι (=shio), αντίστοιχα,
2) το toripaitan με παχύρρευστο ζωμό όπου κυριαρχεί το κοτόπουλο, και
3) το vegetarian ramen με dashi και miso που δεν μπορώ να κρίνω καθώς έχω δοκιμάσει ελάχιστες φορές.
Τα συνοδευτικά που παρουσιάζουν ενδιαφέρον είναι το banbanji, κρύο πιάτο με τρυφερό στήθος κοτόπουλο σε μια (ευχάριστα καυτερή) σάλτσα από ταχίνι και λάδι τσίλι (μη διστάσετε λόγο κοτόπουλου είναι εξαιρετικό) και τα dumblings (προτείνω στην μπουκιά να βάλετε το μιξ wasabi με τζίντζερ, είναι καυτερό αλλά εντείνει όλες τις γεύσεις). Προτείνω να μη δοκιμάσετε τίποτα που έχει ρύζι, δεν είναι το ατού του. Συχνά, έχουν κάποιο σπέσιαλ ramen διαθέσιμο, ρωτήστε τους. Γι' αυτούς που τους αρέσει το κρέας, θα πρότεινα να ζητήσουν με έξτρα chashu (+ 3 ευρώ). Οι τιμές πολύ λογικές για Ολλανδία το 2025, στα 16-17 (στις αρχές κόστιζε 12-13 ίσως και λιγότερο).
Ο σεφ Koji Nishikawa είναι ιδιαίτερη φιγούρα, δεν μιλάει αγγλικά (αμφιβάλω αν μιλάει Ολλανδικά), έχει συνήθως βαμμένα μαλλιά, φοράει σαλβάρια σκακιέρες και είναι πάντα πίσω από τον πάγκο. Πριν την πανδημία έκανε συχνά ταξίδια στην Ιαπωνία, όπου διατηρεί (-ούσε;) ένα βραβευμένο ραμενάδικο στην περιοχή Shiga. Παλιά, μια φορά τον μήνα, μια Τετάρτη είχε σπέσιαλ tonkotsu ramen, το οποίο έγινε τόσο δημοφιλές στην περιοχή που τον οδήγησε στο να ανοίξει ένα δεύτερο μαγαζί όπου σερβίρει μόνο tonkotsu.
Συμπερασματικά, αν επισκεφτείτε το Delft, θεωρώ ότι αξίζει να κάνετε μια στάση.
Έχει ουσιαστικά τρία μπολ:
1) Τα shoyu και shio ramen, των οποίων ο ζωμός είναι (πρακτικά) ίδιος, διαυγής με κυρίαρχο το χοιρινό, με tare να έρχεται από σάλτσα σόγιας και αλάτι (=shio), αντίστοιχα,
2) το toripaitan με παχύρρευστο ζωμό όπου κυριαρχεί το κοτόπουλο, και
3) το vegetarian ramen με dashi και miso που δεν μπορώ να κρίνω καθώς έχω δοκιμάσει ελάχιστες φορές.
Τα συνοδευτικά που παρουσιάζουν ενδιαφέρον είναι το banbanji, κρύο πιάτο με τρυφερό στήθος κοτόπουλο σε μια (ευχάριστα καυτερή) σάλτσα από ταχίνι και λάδι τσίλι (μη διστάσετε λόγο κοτόπουλου είναι εξαιρετικό) και τα dumblings (προτείνω στην μπουκιά να βάλετε το μιξ wasabi με τζίντζερ, είναι καυτερό αλλά εντείνει όλες τις γεύσεις). Προτείνω να μη δοκιμάσετε τίποτα που έχει ρύζι, δεν είναι το ατού του. Συχνά, έχουν κάποιο σπέσιαλ ramen διαθέσιμο, ρωτήστε τους. Γι' αυτούς που τους αρέσει το κρέας, θα πρότεινα να ζητήσουν με έξτρα chashu (+ 3 ευρώ). Οι τιμές πολύ λογικές για Ολλανδία το 2025, στα 16-17 (στις αρχές κόστιζε 12-13 ίσως και λιγότερο).
Ο σεφ Koji Nishikawa είναι ιδιαίτερη φιγούρα, δεν μιλάει αγγλικά (αμφιβάλω αν μιλάει Ολλανδικά), έχει συνήθως βαμμένα μαλλιά, φοράει σαλβάρια σκακιέρες και είναι πάντα πίσω από τον πάγκο. Πριν την πανδημία έκανε συχνά ταξίδια στην Ιαπωνία, όπου διατηρεί (-ούσε;) ένα βραβευμένο ραμενάδικο στην περιοχή Shiga. Παλιά, μια φορά τον μήνα, μια Τετάρτη είχε σπέσιαλ tonkotsu ramen, το οποίο έγινε τόσο δημοφιλές στην περιοχή που τον οδήγησε στο να ανοίξει ένα δεύτερο μαγαζί όπου σερβίρει μόνο tonkotsu.
Συμπερασματικά, αν επισκεφτείτε το Delft, θεωρώ ότι αξίζει να κάνετε μια στάση.